Αρχείο κατηγορίας Uncategorized

«Οι αποκλεισμένοι στο ντιβάνι;» του Σ. Στυλιανίδη


«Μια χαρά είναι εδώ. Δεν είναι τίποτα. Μια χαρά κοιμάται έξω στο δρόμο κάποιος. Σου λέω εγώ, καλύτερα απ’ το σπίτι, γιατί το έχω περάσει». Αντριάν, άστεγος (από το βιβλίο του Στέλιου Φαρσαλιώτη «Κλινική του Εφήμερου: Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση της ανεστιότητας», εκδόσεις ΑΡΜΟΣ). 

«Το παρόν είναι το μέλλον». (από τους «Λαντζέρηδες», του Μόρις Πάνιτς, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη στο Σύγχρονο Θέατρο) 

Η ψυχαναλυτική προσέγγιση μιας ανυπόφορης ψυχικής οδύνης όπως είναι ο παρατεταμένος και ακραίος κοινωνικός αποκλεισμός, η απόλυτη και διαιωνιζόμενη αβεβαιότητα, οδηγεί το άτομο στη συρρίκνωση, την ελαχιστοποίηση του εαυτού του. Ταυτόχρονα, η κατάρρευση της έννοιας της ταυτότητας, η ακραία αποξένωση απ’ αυτό που παλιά αποτελούσε ένα σταθερό σημείο αναφοράς μπορεί να αναδείξει αρχαϊκά άγχη, βία, επιθετικότητα αλλά και μια «ερωτικοποίηση» του ίδιου του αποκλεισμού.

Σ. Στυλιανίδης, εφημερίδα «Athens Voice», 29/01/2020.

Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου του Σ. Στυλιανίδη

«Κλινική του εφήμερου. Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση της ανεστιότητας». Παρουσίαση στις Εκδόσεις Αρμός, 25/01/2020


Παρουσίαση του βιβλίου του Στυλιανού Φαρσαλιώτη

Κλινική του εφήμερου
Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση της ανεστιότητας

Για το βιβλίο μιλούν:
Στέλιος Στυλιανίδης, Ψυχίατρος – Ψυχαναλυτής – Ομαδικός Αναλυτής, Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Επιστημονικός Σύμβουλος Ε.Π.Α.Ψ.Υ.
Νίκος Τζαβάρας, Καθηγητής Ψυχιατρικής, Διδάσκων ψυχαναλυτής, μέλος της Ελληνικής και της Γερμανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας
Δρ Αθανάσιος Αλεξανδρίδης, Διδάσκων ψυχαναλυτής της Γαλλικής Ψυχαναλυτικής Ένωσης (A.P.F.) και της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας (Ε.Ψ.Ε.)


Πτυχές του ψυχικού τραύματος και της απώλειας στην εμπειρία των προσφύγων


Στυλιανός Φαρσαλιώτης
Ιούνιος 2019

«Το ρίζωμα είναι ίσως η σημαντικότερη αλλά και η πλέον παραγνωρισμένη ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής».

Simone Weil, Το ρίζωμα.

Το 1930, στο έργο του «Η δυσφορία μέσα στον πολιτισμό», ο Freud (1930, σ. 19) σημείωνε περιεκτικά: «Η οδύνη μας απειλεί από τρεις πλευρές, από το ίδιο το σώμα, που καταδικασμένο να μαραθεί και να διαλυθεί δεν μπορεί καν να αντεπεξέλθει χωρίς τον πόνο και το άγχος ως σήματα κινδύνου, από τον εξωτερικό κόσμο που μπορεί να μαίνεται εναντίον μας με πανίσχυρες, αμείλικτες και καταστροφικές δυνάμεις, και τέλος από τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους. Την οδύνη που προέρχεται από αυτήν την πηγή, την αισθανόμαστε ίσως πιο επίπονα από οποιαδήποτε άλλη». Αυτή η τρίτη -σχεσιακή- πηγή της οδύνης, η «κοινωνική πηγή της οδύνης», εντοπίζεται πιο συγκεκριμένα, στη συνέχεια του κειμένου, στην «[…] ανεπάρκεια των κανονισμών που ρυθμίζουν τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους στην οικογένεια, στο κράτος και στην κοινωνία» (ό.π., σ. 29).

Το πρόβλημα της φτώχειας, της ανασφάλειας των συνθηκών ζωής ή της κοινωνικής οδύνης, προερχόμενης από τις άνισες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, την εξορία και τον αποκλεισμό από την κοινότητα των ομοίων, δεν συνιστούν κάποιο πρωτόγνωρο φαινόμενο της εποχής μας. Όχι μόνο δεν περίμεναν την νεωτερικότητα για να εκδηλωθούν αλλά, αντίθετα, πρόκειται για ζητήματα που με την ποικιλότητα των ιστορικών τους μορφών αντανακλούν μια διαχρονική πραγματικότητα των ανθρωπίνων κοινωνιών. Τα διάφορα πρόσωπα της φιγούρας του παρία, από το παρελθόν έως τις μέρες μας, όπως και τα βάσανα όλων των «απόβλητων του κόσμου» (Βαρίκα, 2013) φαντάζουν, θα έλεγε κανείς, ανεξάντλητα.

Συνέχεια

Σεξουαλικότητα, ψυχώσεις, θεσμοί


Στυλιανός Φαρσαλιώτης
Πάντειο Πανεπιστήμιο, Απρίλιος 2013

Προσπάθεια ορισμού

Ο όρος «σεξουαλικότητα» για μεγάλο χρονικό διάστημα παρέπεμπε σχεδόν αποκλειστικά σε δραστηριότητες, συμπεριφορές και απολαύσεις σχετιζόμενες άμεσα με την λειτουργία των γεννητικών οργάνων. Σύμφωνα με αυτή την στενή έννοια του όρου –η οποία επικρατεί στον καθημερινό λόγο– η σεξουαλικότητα αναφέρεται σε πράξεις και ικανοποιήσεις που εμπλέκουν απαραίτητα το φύλο, και μοντέλο των οποίων αποτελεί κατά κύριο λόγο η συνουσία.

Κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, η έλευση της ψυχανάλυσης θα επιτρέψει εντούτοις μια σημαντική διεύρυνση της έννοιας της σεξουαλικότητας, ανατρέποντας έτσι μια σειρά λίγο ή πολύ παγιωμένων αντιλήψεων γύρω από αυτήν. Ο S. Freud και οι συνεργάτες του θα ανακαλύψουν προοδευτικά, ή καλύτερα θα φωτίσουν με ένα καινούριο βλέμμα, διάφορες «άγνωστες» έως τότε πτυχές της σεξουαλικότητας αλλά και του ιδιαίτερα καθοριστικού της ρόλου όσον αφορά την λειτουργία του ανθρώπινου ψυχισμού. Τα «Tρία δοκίμια για τη θεωρία της σεξουαλικότητας» του 1905, ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους του ψυχαναλυτικού θεωρητικού οικοδομήματος, αποτυπώνουν ίσως υποδειγματικά αυτήν την προσπάθεια να προταθεί μια νέα θεώρηση και ένας ευρύτερος ορισμός της σεξουαλικότητας. Χωρίς να σταθούμε εδώ στις έντονες κριτικές που δέχθηκε εξαρχής τούτο το εγχείρημα, εάν σήμερα, με την πάροδο του χρόνου και την κοινοτοποποίηση που γνώρισε ο ψυχαναλυτικός λόγος, το σκάνδαλο των «Τριών δοκιμίων» φαίνεται να έχασε κάτι από την πρώτη ανατρεπτική του διάσταση, το πρόβλημα των αντιστάσεων απέναντι στην ίδια την ουσία των ψυχαναλυτικών ανακαλύψεων παραμένει ωστόσο εξίσου επίκαιρο. Οι καινούριες εκφάνσεις της αντίστασης που εκδηλώνονται στο σύγχρονο κοινωνικό και πολιτισμικό τοπίο (Schaeffer, 2008) αποτελούν υπενθύμιση του γεγονότος ότι τα πρόσωπα που ενδέχεται να λάβει η απώθηση είναι στην πραγματικότητα ανεξάντλητα, όπως και οι μορφές της σεξουαλικότητας.

Συνέχεια